- αγχούρος
- Μυθολογικό πρόσωπο. Γιος του Μίδα, βασιλιά της Φρυγίας. Κάποτε στη Φρυγία, κοντά στις Κελαινές, άνοιξε ένα μεγάλο χάσμα στη γη που μεγάλωνε αδιάκοπα και απειλούσε να εξαφανίσει όλη τη χώρα. O Μίδας ρώτησε το μαντείο τι έπρεπε να κάνει και του δόθηκε η απάντηση πως θα κλειστεί το χάσμα «εάν το τιμιώτερον εμβάλη», εάν δηλαδή ρίξει μέσα ό,τι πιο πολύτιμο είχε. Ο Μίδας έριξε άφθονο χρυσάφι και ασήμι, μάταια όμως. Ο Ά., που έμαθε τον χρησμό, πιστεύοντας πως απ’ όλα πιο πολύτιμο είναι η ανθρώπινη ψυχή και θέλοντας να σωθεί η χώρα του, έπεσε έφιππος μέσα στο βάραθρο και εκείνο έκλεισε αμέσως.
* * *ἀγχοῡρος, ο (Α)αυγή, χάραμα.
Dictionary of Greek. 2013.